Για ένα εργασιακό περιβάλλον που απελευθερώνει τους εργαζομένους
Τα τελευταία χρόνια και κάτω από το βάρος της κρίσης, που ισοπέδωσε τα πάντα, δημιουργήθηκαν στρατιές ανέργων, ανθρώπων που τη μια στιγμή αποτελούσαν έμπειρα στελέχη της αγοράς και της παραγωγής και την επόμενη βρέθηκαν σπίτι τους. Αυτή η εξέλιξη ανέβασε τα επίπεδα του ανταγωνισμού κατακόρυφα και το άγχος έγινε καθημερινότητα για την πλειονότητα των ατόμων που παρέμειναν στη θέση τους. Οι εργασιακοί χώροι κατακλύστηκαν από αμφιβολία και ανησυχία, με αποτέλεσμα το υπερβολικό σωματικό και ψυχολογικό φορτίο να επηρεάζει αρνητικά την παραγωγικότητά τους.
Σύμφωνα με έρευνες, υπάρχει τρόπος για να καταπολεμηθούν αυτά τα φαινόμενα, που σε τελική ανάλυση δεν ωφελούν κανέναν. Η απάντηση συναντάται σε δύο βασικούς παράγοντες, στον έλεγχο της δουλειάς από τους ίδιους τους εργαζομένους και στην υποστήριξη των εταιριών προς τους εργαζομένους. Αν οι επιχειρηματίες επιθυμούν να δημιουργήσουν ένα εξαιρετικό εργασιακό περιβάλλον, στο οποίο θα δίνεται έμφαση στη δημιουργικότητα και με το οποίο θα κρατήσουν τους εργαζομένους τους, δεν χρειάζεται παρά να ακολουθήσουν δύο απλά βήματα:
Έλεγχος της εργασίας
Μελέτες έχουν δείξει ότι ο έλεγχος της εργασίας, δηλαδή κατά πόσο καθορίζει ένας εργαζόμενος τι θα κάνει και πώς θα το κάνει, έχει σημαντικό αντίκτυπο στη σωματική υγεία. Πρόσφατες έρευνες έδειξαν επίσης ότι ο περιορισμένος έλεγχος (το αντίθετο από ό,τι περιγράψαμε παραπάνω) της απασχόλησης έχει αρνητικές επιπτώσεις, καθώς επιβαρύνει την ψυχική υγεία των εργαζομένων. Οι εταιρίες μπορούν να αποφύγουν αυτό τον σκόπελο παρέχοντας ελευθερία και αυτονομία στο κομμάτι της εργασίας όπου είναι δυνατό και εφικτό.
Οι μελέτες Whitehall, οι οποίες είναι ακόμα και σήμερα από τις πιο αξιοσημείωτες ερευνητικές προσπάθειες στον τομέα και οι οποίες διενεργήθηκαν από τον Βρετανό επιστήμονα Michael Marmot και την ομάδα του, έφεραν συγκλονιστικά αποτελέσματα στην επιφάνεια. Συγκεκριμένα, η ομάδα του Marmot εξέτασε υπαλλήλους βρετανικής δημόσιας υπηρεσίας (εξέτασε πάνω από 18.000 άνδρες δημόσιους υπαλλήλους μεταξύ 20 και 64 ετών σε μια περίοδο δέκα ετών, αρχίζοντας από το 1967) και διαπίστωσε ότι όσο μειωνόταν η ελευθερία που είχαν στον τομέα της δουλειάς τους, τόσο πιο πιθανό ήταν να παρουσιάσουν καρδιαγγειακές παθήσεις.
Καθοριστικός παράγοντας θεωρήθηκε ο έλεγχος που ασκούσαν στην εργασία τους, ο οποίος σαφώς συσχετίζεται με την εργασιακή βαθμίδα τους, αν δηλαδή οι εργαζόμενοι βρίσκονταν στις υψηλόβαθμες θέσεις ή όχι. Το άγχος θεωρήθηκε ένας επιπλέον παράγοντας που δημιουργούσε προβλήματα υγείας, καθώς, σύμφωνα με τα αποτελέσματα, οι εργαζόμενοι που αντιμετώπιζαν χρόνιο άγχος στην εργασία τους ήταν πολύ πιο πιθανό να παρουσιάσουν μεταβολικό σύνδρομο, πάντα σε σύγκριση με αυτούς που δεν είχαν εργασιακό άγχος.
Το μεταβολικό σύνδρομο ουσιαστικά αποτελεί μια «ομπρέλα» υπό την οποία εδράζονται τα καρδιαγγειακά νοσήματα, με κυριότερους παράγοντες κινδύνου την υπέρταση, την αυξημένη κακή χοληστερίνη και τη μειωμένη καλή, τον σακχαρώδη διαβήτη και την παχυσαρκία.
Σήμερα όλο και περισσότεροι άνθρωποι έρχονται αντιμέτωποι με μια διάγνωση μεταβολικού συνδρόμου, φαινόμενο που έχει δημιουργήσει ανησυχία πανευρωπαϊκά. Συγκεκριμένα, περίπου το 25% του ευρωπαϊκού πληθυσμού και το 32% του αμερικανικού πληθυσμού πάσχουν από μεταβολικό σύνδρομο.
Φυσικά, όπως σχεδόν για όλες τις ασθένειες, ένα ποσοστό από τα παραπάνω υφίσταται γιατί υπάρχει η προδιάθεση και ανάλογο οικογενειακό ιστορικό, όμως η αυξητική τάση που παρουσιάζεται κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την κατάσταση με την οποία έρχονται αντιμέτωποι όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι στους χώρους δουλειάς.
Μια ακόμα έρευνα που διενεργήθηκε, και πάλι, στην Αγγλία και συγκεκριμένα στο Λονδίνο έδειξε ότι το εργασιακό στρες ευθύνεται για την εμφάνιση μεταβολικού συνδρόμου. Η έρευνα, η οποία είχε ένα δείγμα λίγο μεγαλύτερο από 10.300 υπαλλήλους τόσο από τον ιδιωτικό όσο και από τον δημόσιο τομέα και η οποία διήρκεσε σε μια περίοδο περίπου 14 χρόνων, κατέληξε στο εξής συμπέρασμα: όσο πιο μεγάλο ήταν το στρες που βίωνε κάποιος, τόσο αυξανόταν και ο κίνδυνος να παρουσιάσει μεταβολικό σύνδρομο.
Οι άνδρες που υπέφεραν από χρόνιο στρες στη δουλειά τους είχαν τις διπλάσιες πιθανότητες να εμφανίσουν το σύνδρομο σε σχέση με όσους δεν επηρεάζονταν από το εργασιακό στρες. Σύμφωνα μάλιστα με τους επιστήμονες, αντιστοίχως τα συμπτώματα δεν επηρεάζουν αποκλειστικά τους άντρες ή μόνο τις γυναίκες, αλλά παρουσιάζονται οι ίδιες επιπτώσεις και στα δύο φύλα. Επιπροσθέτως, γυναίκες και άνδρες που ήταν χαμηλά στην ιεραρχία είχαν ακόμα περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν μεταβολικό σύνδρομο, καθώς είχαν ακόμα πιο αυξημένο στρες.
Συνεπώς το χρόνιο στρες ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την εμφάνιση του μεταβολικού συνδρόμου και κατά συνέπεια για την αύξηση του κινδύνου καρδιακής πάθησης ή για την εμφάνιση διαβήτη. Και ο λόγος είναι ότι το παρατεταμένο στρες επηρεάζει το αυτόνομο νευρικό σύστημα, μειώνει την ανθεκτικότητα και την προσαρμοστικότητα του σώματος και διαταράσσει τους μηχανισμούς που κρατούν σταθερό τον μεταβολισμό στον οργανισμό μας.
Φυσικά αυτή δεν είναι η μοναδική μελέτη που καταλήγει στα ίδια συμπεράσματα. Έρευνα στη Σουηδία που διενεργήθηκε σε 8.500 υπαλλήλους έδειξε ότι οι άνθρωποι που είχαν υψηλότερο επίπεδο επιρροής και ελέγχου στην καθημερινή εργασία τους είχαν χαμηλότερα επίπεδα συμπτωμάτων ασθένειας, απουσίαζαν λιγότερο από την εργασία τους και βίωναν λιγότερη κατάθλιψη.
Η ενσωμάτωση της ελευθερίας στην εργασία
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία για την Ασφάλεια & την Υγεία στην Εργασία, το εργασιακό άγχος το 2005 ήταν η δεύτερη, μετά από την οσφυαλγία, σημαντικότερη νόσος, καθώς αφορούσε το 22% των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 27 εταίρων.
Σε έρευνα που διεξήγαγε ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την ασφάλεια και την υγεία στην εργασία το 2012 σε 36 ευρωπαϊκές χώρες αποτυπώνεται η δυναμική του προβλήματος, καθώς το 77% των ερωτηθέντων απάντησε ότι πιστεύει πως ο αριθμός των ανθρώπων που υποφέρουν από εργασιακό στρες θα αυξηθεί στα επόμενα χρόνια. Αξιοσημείωτο είναι ότι στη συγκεκριμένη έρευνα η Ελλάδα ήταν η χώρα που παρουσίασε το μεγαλύτερο ποσοστό σε όλη την Ευρώπη και μάλιστα με διαφορά από τη δεύτερη χώρα, που ήταν η Βουλγαρία. Το ποσοστό της Ελλάδας έφτασε το 83%, ενώ της Βουλγαρίας άγγιζε μόλις το 69%.
Φυσικά και στην Ελλάδα της κρίσης και των οικονομικών μέτρων η κατάσταση δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερη και δεν χρειάζεται κάποιος να έχει διενεργήσει πολυετείς έρευνες για να αποδείξει την καθημερινή πραγματικότητα. Η διαρκώς αυξανόμενη επιδείνωση του εργασιακού κλίματος στην Ελλάδα λόγω της οικονομικής κρίσης και των δημοσιονομικών προβλημάτων έχει αναδείξει το επαγγελματικό άγχος ως τον κυριότερο ψυχοκοινωνικό κίνδυνο στην εργασία. Το επαγγελματικό άγχος ευθύνεται για πλήθος προβλημάτων και ο συνδυασμός του με την αυξημένη εργασιακή ανασφάλεια διαμορφώνει ένα εκρηκτικό μείγμα για τις σχέσεις μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων.
Στην Ελλάδα υπάρχει η καθιερωμένη πλέον άποψη ότι ο έλεγχος της εργασίας ή, καλύτερα, το δικαίωμα του καθενός να καθορίζει και να ελέγχει την εργασία του είναι αποκλειστικό δικαίωμα και προνόμιο ελάχιστων ανθρώπων. Φυσικά υπάρχουν εργασίες που πρέπει να γίνουν συνεργατικά και ως εκ τούτου ταυτόχρονα ή τέλος πάντων μέσα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο και χρονικό διάστημα, όμως αυτό δεν ισχύει παντού.
Στην πλειονότητα των εργαζομένων μπορεί να τύχει η δυνατότητα προσωπικής διευθέτησης του χρόνου εργασίας, δηλαδή να λάβουν οι ίδιοι τις αποφάσεις στις δουλειές τους και να έχουν ένα περιθώριο ελέγχου – ανάλογα με το είδος και τη σημαντικότητα της εργασίας. Εάν οι εργαζόμενοι λάβουν το ελεύθερο για μεγαλύτερη αυτονομία, αυτό θα συμβάλει και θα αποτυπωθεί στο να αυξηθεί το κίνητρό τους, θα έχουν μεγαλύτερη ικανοποίηση από το εργασιακό περιβάλλον τους και την προσωπική απόδοσή τους και σαφώς θα γίνουν αποδοτικότεροι.
Κοινωνική υποστήριξη
Και εάν ο βαθμός ελέγχου που ασκεί ένας εργαζόμενος στην εργασία του θεωρείται η μία σημαντική πτυχή ενός σύγχρονου και υγιούς χώρου εργασίας, η κοινωνική υποστήριξη από την εταιρία θεωρείται η άλλη.
Σήμερα, με την εντατικοποίηση και την πίεση να αποτελούν τα κύρια χαρακτηριστικά του κλίματος που διαμορφώνεται στις επιχειρήσεις, καθίσταται δύσκολη έως και απίθανη η οικοδόμηση σχέσεων με τους συναδέλφους. Άλλωστε δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά όταν επικρατεί ο ανταγωνισμός και η «ανθρωποφαγία» μπροστά σε μια πιθανή προαγωγή ή μια καλύτερη θέση με καλύτερες απολαβές.
Οι εργαζόμενοι θεωρούνται «μηχανές παραγωγής», με την ουσία να περιστρέφεται γύρω από το χρήμα, χωρίς όλες τις άλλες ανθρώπινες πτυχές, όπως η συναισθηματική σύνδεση μεταξύ ανθρώπων και χώρου εργασίας. Όλα αυτά έχουν ως απότοκο την αποδυνάμωση των κοινωνικών δεσμών με τους συναδέλφους και τη δημιουργία ενός μη ευχάριστου, μη υγιούς χώρου εργασίας.
Η εξάλειψη των παραπάνω φαινομένων είναι μια καλή αφετηρία για τους leaders στις επιχειρήσεις προκειμένου να οικοδομήσουν ένα περιβάλλον στήριξης. Ένα από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα είναι αυτό της SAS Institute (συχνά βρίσκεται στην κορυφή των καταλόγων με τους καλύτερους χώρους εργασίας). Η επιχειρηματική στρατηγική της βασίζεται στις μακροχρόνιες σχέσεις με τους πελάτες της και τους υπαλλήλους της. Η εταιρία σε κάθε ευκαιρία προσπαθεί να δείξει με κάθε τρόπο ότι φροντίζει για την ευημερία των εργαζομένων της.
Για παράδειγμα, όταν ένας υπάλληλος της SAS πέθανε σε ένα δυστύχημα, δημιουργήθηκαν ερωτήματα: Τι θα συνέβαινε με τα παιδιά του, τα οποία ήταν εγγεγραμμένα σε επιχειρησιακά προγράμματα υγείας; Πόσο καιρό θα τους επιτρεπόταν να μείνουν σε αυτά; Η απάντηση ήταν «όσο το θελήσουν και εφόσον είναι σε ηλικία που το δικαιούνται ανεξάρτητα από το αν πατέρας τους δεν εργαζόταν πια για την εταιρία». Η εταιρία SAS Institute δεν έκανε απλώς μια κίνηση εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, αλλά, αντίθετα, επένδυσε πάνω στην ασφάλεια και την ικανοποίηση που θέλει να νιώθουν οι εργαζόμενοί της.
Η δημιουργία ενός εργασιακού χώρου με ευχάριστο και ασφαλές κλίμα βοηθά στην οικοδόμηση κοινής ταυτότητας μεταξύ επιχείρησης και εργαζομένων και μεταξύ των εργαζομένων. Ο έλεγχος και ο καθορισμός της εργασιακής καθημερινότητας σε συνδυασμό με την κοινωνική υποστήριξη συχνά έχουν περισσότερη σημασία από το ύψος του μισθού. Τέτοιες πρακτικές διαχείρισης είναι βέβαιο ότι θα παρέχουν και την ανάλογη «αμοιβή» στους επιχειρηματίες.
Απόστολος Ζαβιτσάνος,
Δημοσιογράφος - http://stentoras.gr