Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες: Μια ματιά εφ όλης της ύλης στο προσφυγικό ζήτημα
Ελλάδα 2016. Το εύφλεκτο προσφυγικό ζήτημα έχει λάβει σήμερα, στην Ελλάδα της Κρίσης, μεγάλες διαστάσεις. Το πρόβλημα όμως είναι διαχρονικό και παγκόσμιο. Οι πόλεμοι, οι άσχημες κοινωνικοπολιτικές και οικονομικές συνθήκες έχουν οδηγήσει σε μια βαθιά ανθρωπιστική κρίση και έχουν καταστήσει το προσφυγικό σε μεγάλο δράμα της ανθρώπινης ιστορίας.
Το 2015, 1 εκατομμύριο πρόσφυγες έφτασαν στις χώρες της Μεσογείου, εκ των οποίων 860.000 περίπου πέρασαν από τις τουρκικές ακτές στα ελληνικά νησιά . Ένα χρόνο αργότερα το σκηνικό δεν έχει αλλάξει καθόλου.. Οι προβληματισμοί και τα ερωτήματα πολλά.
Συναντήσαμε την κα Στέλλα Νάνου, μέλος του Τομέα Επικοινωνίας και Ενημέρωσης της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, στα γραφεία του οργανισμού στο κέντρο της Αθήνας. Η κα Νάνου θα μας βοηθήσει να προσεγγίσουμε το ζήτημα συνολικά και θα μας δώσει, στη συνέντευξη που ακολουθεί, τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος .
Κυρία Νάνου, θα μπορούσατε να μας πείτε λίγα λόγια για την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες; Πότε ιδρύθηκε ο οργανισμός; Στην Ελλάδα πότε ξεκίνησε τη δράση του;
H Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες είναι ένας διεθνής, μη πολιτικός, ανθρωπιστικός οργανισμός, που καθοδηγεί και συντονίζει σε παγκόσμιο επίπεδο τη δράση για την προστασία των προσφύγων και την εξεύρεση βιώσιμων λύσεων. Η Ύπατη Αρμοστεία ιδρύθηκε στις 14 Δεκεμβρίου του 1950, ως μια μικρή οργάνωση με τριετή θητεία, ώστε να βοηθήσει το 1 εκατομμύριο περίπου των Ευρωπαίων προσφύγων που είχαν μείνει χωρίς πατρίδα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τον Ιούλιο του 1951 υιοθετήθηκε η Σύμβαση της Γενεύης για το Καθεστώς των Προσφύγων, η οποία μαζί με το Καταστατικό ίδρυσης της Ύπατης Αρμοστείας αποτελούν τα θεμέλια του διεθνούς προσφυγικού δικαίου. Τις δεκαετίες που ακολούθησαν και με τον αριθμό των ξεριζωμένων να αυξάνεται συνεχώς σε παγκόσμιο επίπεδο, η Ύπατη Αρμοστεία αναπτύχθηκε ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί στις προσφυγικές κρίσεις που ξεσπούσαν σε διάφορα σημεία του κόσμου. Από την ίδρυσή της, έχει βοηθήσει εκατομμύρια ανθρώπους να κάνουν μια νέα αρχή, κι έχει τιμηθεί δύο φορές με το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης. Σήμερα ο οργανισμός έχει παρουσία σε 128 χώρες και μετρά περισσότερα από 10.700 μέλη προσωπικού, η πλειοψηφία των οποίων εργάζονται στο πεδίο, στις περιοχές των κρίσεων.
«Πρόσφυγας είναι κάποιος ο οποίος βρίσκεται εκτός της χώρας καταγωγής του και αδυνατεί να επιστρέψει σε αυτήν, ως αποτέλεσμα δικαιολογημένου φόβου δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, εθνικής καταγωγής, πολιτικών πεποιθήσεων ή συμμετοχής σε ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα»
Σύμβαση της Γενεύης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων
Το Γραφείο της Ύπατης Αρμοστείας στην Ελλάδα λειτουργεί από το Μάρτιο του 1952. Συνεργάζεται με τις κρατικές αρχές, μη κυβερνητικές οργανώσεις και άλλους φορείς με στόχο τη διασφάλιση της προστασίας των προσφύγων και των αιτούντων άσυλο. Προσπαθεί επίσης να ενημερώνει και να ευαισθητοποιεί την κοινή γνώμη γύρω από το προσφυγικό ζήτημα με στόχο τη δημιουργία κλίματος ανοχής και σεβασμού των δικαιωμάτων των προσφύγων.
Μέχρι πρόσφατα, η δράση της Ύπατης Αρμοστείας στην Ελλάδα, όπως και στις άλλες χώρες της Ε.Ε., ήταν κυρίως συμβουλευτική και συνδρομής στην εκάστοτε κυβέρνηση, ώστε να αναπτυχθεί και να ενδυναμωθεί με τρόπο αποτελεσματικό ένα σύστημα προστασίας για τους πρόσφυγες. Εξαιτίας όμως των αυξημένων προσφυγικών ροών που δέχτηκε το 2015 η Ελλάδα, σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση, οι αρχές της χώρας μας και η Ε.Ε. ζήτησαν τη βοήθεια της Ύπατης Αρμοστείας για την αντιμετώπιση αυτής της επείγουσας κατάστασης.
Από το καλοκαίρι του 2015 λοιπόν, ενδυναμώσαμε το προσωπικό και την παρουσία μας στα βασικά σημεία εισόδου (νησιά Αιγαίου) αλλά και στην ενδοχώρα, αναλαμβάνοντας πλέον «επιχειρησιακή» δράση σε ορισμένους τομείς. Αυτό σημαίνει ότι παρέχουμε άμεση ανθρωπιστική βοήθεια και γενικά αναλαμβάνουμε να στηρίξουμε πιο δυναμικά υπηρεσίες σε τομείς που καλύπτονται, κατ’ αρχήν, από το κράτος. Έτσι, φροντίζουμε για τη διανομή ειδών πρώτης ανάγκης στους πρόσφυγες, τη βελτίωση των καταλυμάτων και των υποδομών, την παροχή υπηρεσιών προστασίας προς τους πλέον ευάλωτους, την παροχή ενημέρωσης, διερμηνείας και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης ενώ προχωρούμε και σε παρεμβάσεις στους τομείς της υγείας και της εκπαίδευσης, καθώς και σε δράσεις με σκοπό την ενίσχυση της αυτονομίας των προσφύγων, με τη συμμετοχή μελών της ίδιας της προσφυγικής κοινότητας. Επίσης, εδώ και ένα χρόνο σχεδόν υλοποιούμε και συντονίζουμε, σε συνεργασία με εταίρους, ένα πρόγραμμα παροχής στέγασης σε διαμερίσματα, ξενοδοχεία και μέσω φιλοξενίας σε οικογένειες, από το οποίο έχουν επωφεληθεί μέχρι στιγμής περισσότεροι από 16.000 αιτούντες άσυλο. Εκτός από τα προφανή οφέλη του συγκεκριμένου προγράμματος και στην τοπική οικονομία (για παράδειγμα μέσα από την πρόσληψη προσωπικού, την καταβολή ενοικίων, την αγορά προμηθειών από την τοπική αγορά), προωθείται και ένα εναλλακτικό μοντέλο στέγασης και φιλοξενίας, ώστε οι πρόσφυγες να έχουν τη δυνατότητα να ζουν με μεγαλύτερη αξιοπρέπεια και ανεξαρτησία, με λίγα λόγια να ζουν πιο φυσιολογικά μέσα στον κοινωνικό ιστό, ως μέλη της κοινότητας που τους φιλοξενεί. Με αυτό τον τρόπο, επηρεάζεται θετικά η προοπτική ένταξης των ανθρώπων αυτών και ευνοείται η επικοινωνία με τα μέλη της τοπικής κοινωνίας.
Ας έρθουμε τώρα στο Προσφυγικό ζήτημα. Απασχολεί ιδιαιτέρως έντονα την περίοδο αυτή. Παρόλα αυτά δεν είναι κάτι καινούργιο. Θα μπορούσαμε με τη βοήθεια σας να προσεγγίσουμε το θέμα ιστορικά, σε παγκόσμιο αλλά και εγχώριο επίπεδο;
H μετακίνηση από μια χώρα ή περιοχή προς κάποια άλλη αποτελεί ένα διαχρονικό φαινόμενο καθώς διαφορετικοί πληθυσμοί οδηγούνται στη μετανάστευση ή στην προσφυγιά για διάφορους λόγους, όπως οικονομικούς, εργασιακούς, πολιτικούς, περιβαλλοντικούς κλπ. Οι περισσότερες χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, έχουν αποκτήσει εμπειρία του φαινομένου της μετανάστευσης και του αναγκαστικού ξεριζωμού, είτε ως χώρες προέλευσης, είτε ως χώρες υποδοχής, είτε ως χώρες «ενδιάμεσοι σταθμοί» Μια μορφή μετακινήσεων αφορά βίαιες εκτοπίσεις λόγω πολεμικών συρράξεων, συγκρούσεων, διώξεων ή παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι οποίες, ανάλογα με την έκταση του προβλήματος, μπορούν να οδηγήσουν σε μαζικές ροές προσφύγων.
Έτσι και η πρόσφατη προσφυγική κρίση στη «γειτονιά» μας. Συγκεκριμένα, κατά την τελευταία περίοδο, οι συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή, με πρώτη και βασική αιτία ξεριζωμού τον πόλεμο στη Συρία που μαίνεται ήδη για έκτη χρονιά, έχουν προκαλέσει αυξημένες αναγκαστικές μετακινήσεις προς τις χώρες της Ευρώπης, με την Ελλάδα αλλά και την Ιταλία να βρίσκονται στην «πρώτη γραμμή». Το 2015 μάλιστα ήταν η χρονιά που ξεπέρασε κάθε προηγούμενο ρεκόρ παγκόσμιου αναγκαστικού εκτοπισμού, με περισσότερους από 65 εκατομμύρια ανθρώπους να βρίσκονται μακριά από τα σπίτια τους, εξαιτίας συρράξεων ή διώξεων. Οι αριθμοί αυτοί, αν συγκριθούν με το μέγεθος του πληθυσμού της γης που φτάνει τα 7,349 δισεκατομμύρια, δείχνουν ότι ένας στους 113 ανθρώπους παγκοσμίως είναι πλέον είτε αιτών άσυλο, είτε εσωτερικά εκτοπισμένος είτε πρόσφυγας – φτάνοντας πρωτόγνωρα επίπεδα. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι οι μισοί πρόσφυγες σε παγκόσμιο επίπεδο προέρχονται από τρεις χώρες: τη Συρία (με 4,8 εκατομμύρια πρόσφυγες), το Αφγανιστάν και τη Σομαλία. Και σε αντίθεση με την επικρατούσα αντίληψη ότι στην Ευρώπη έχουν φτάσει «μεγάλοι» αριθμοί προσφύγων, η πραγματικότητα είναι ότι η ήπειρός μας φιλοξενεί μόλις το 6% των ανθρώπων που έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους, με τη συντριπτική πλειοψηφία να προσπαθεί να βρει καταφύγιο και να επιβιώσει στις φτωχότερες χώρες του κόσμου.
Στην παρούσα φάση, θα θέλατε να μας δώσετε την δυναμική του προβλήματος; Ποια είναι η κατάσταση που επικρατεί ;
To 2015 ήταν η χρονιά που άλλαξε την Ευρώπη: πάνω από 1 εκατομμύριο αφίξεις προσφυγικού πληθυσμού στις χώρες της Μεσογείου, εκ των οποίων 860.000 περίπου από τις τουρκικές ακτές στα ελληνικά νησιά, περισσότεροι από 3.500 νεκροί και αγνοούμενοι στα νερά της Μεσογείου και του Αιγαίου. Το ίδιο σκηνικό συνεχίστηκε μέχρι και το Μάρτιο 2016, χρονικό σημείο όπου σφραγίζει η λεγόμενη «Βαλκανική οδός», αρχίζει η εφαρμογή της Κοινής Δήλωσης Ε.Ε.-Τουρκίας, και οι ροές αρχίζουν σταδιακά να μειώνονται. Ταυτόχρονα ωστόσο, περισσότεροι από 50.000 άνθρωποι αναγκάζονται να παραμείνουν στην Ελλάδα. Το ζητούμενο πλέον για τον πληθυσμό αυτόν, που παύει να είναι απλώς «περαστικός» από τη χώρα, είναι γρήγορη και αποτελεσματική πρόσβαση στις διαθέσιμες νόμιμες οδούς. Το ζητούμενο είναι κάποιου είδους προοπτική ώστε οι άνθρωποι αυτοί να μπορέσουν να συνεχίσουν τη ζωή τους, είτε στην Ελλάδα (εφόσον αναγνωριστούν ως πρόσφυγες από τις ελληνικές αρχές) είτε σε κάποια άλλη χώρα (μέσω της μετεγκατάστασης ή της επανένωσης με μέλος της οικογένειάς τους που βρίσκεται αλλού).
Οι προκλήσεις δεν είναι λίγες: προβληματικές συνθήκες διαβίωσης και θέματα ασφαλείας σε αρκετούς χώρους φιλοξενίας, καθυστερήσεις στη διεκπεραίωση των αιτημάτων ασύλου, αργοί ρυθμοί μετεγκατάστασης και οικογενειακής επανένωσης, περιορισμένες ευκαιρίες ένταξης για όσους εν τέλει θα μείνουν στην Ελλάδα ως αναγνωρισμένοι πρόσφυγες. Η ουσιαστική συμβολή όλων, των ευρωπαϊκών, εθνικών και τοπικών αρχών, των διεθνών οργανισμών, των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, της ίδιας της τοπικής κοινωνίας, του κάθε πολίτη ξεχωριστά, είναι κρίσιμης σημασίας για τη διαχείριση ενός ζητήματος που, ας μην το ξεχνάμε, αφορά πρώτα και κύρια ανθρώπους που έχουν χάσει σχεδόν τα πάντα, έχουν βιώσει ανείπωτες καταστάσεις και το μόνο που αναζητούν είναι έναν τόπο για να μπορέσουν να χτίσουν τη ζωή τους από την αρχή.
Πως οι τοπικές κοινωνίες αλλά και η Ελληνική κοινωνία στο σύνολο της διατίθενται στην κατάσταση;
Η προσφυγική κρίση ανέδειξε με πολλαπλούς τρόπους τις ανθρώπινες αξίες που καθορίζουν ποιοι είμαστε – ως άτομα και ως κοινωνίες – και με ποιο τρόπο ανταποκρινόμαστε στις προκλήσεις. Στη χώρα μας οι πρωτοβουλίες της επίσημης Πολιτείας συνοδεύτηκαν από το έμπρακτο ενδιαφέρον των πολιτών των τοπικών κοινωνιών που υποστήριξαν και υποστηρίζουν με όλους τους δυνατούς τρόπους αυτούς τους ανθρώπους και παράλληλα πιέζουν για πολιτική επίλυση των κρίσεων και για αποκατάσταση της ασφάλειας, ομαλότητας και των δημοκρατικών αρχών στις χώρες προέλευσής τους.
Και ναι, μπορεί να μην έλειψαν ξενοφοβικές ή ρατσιστικές εκδηλώσεις και συμπεριφορές, όμως εν τέλει το πρόσωπο που δείξαμε ως χώρα είναι αυτό της αλληλεγγύης και τους ανθρωπισμού. Δεν είναι τυχαίο το ότι φέτος η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες επέλεξε να δώσει το Βραβείο Προσφύγων Νάνσεν, τη μεγαλύτερη ανθρωπιστική διάκριση της Ύπατης Αρμοστείας, σε δύο Έλληνες εθελοντές: στον Κωνσταντίνο Μητράγκα, εκ μέρους της Ελληνικής Ομάδας Διάσωσης, και στην Έφη Λατσούδη, από τον ανοικτό χώρο φιλοξενίας στο πρώην ΠΙΚΠΑ της Λέσβου, οι οποίοι εκφράζουν με τον καλύτερο τρόπο αυτό το πνεύμα αλληλεγγύης, καθώς μέσα από προσωπική δουλειά και προσπάθεια κατάφεραν να κάνουν τη διαφορά στις ζωές χιλιάδων προσφύγων που αναζήτησαν ασφάλεια και προστασία στην Ευρώπη.
Ωστόσο, είναι χρέος όλων μας, και κυρίως της Πολιτείας και του κράτους, να μην αφήσουμε αυτά τα ανθρωπιστικά αισθήματα να εξαντληθούν. Αυτό το περίσσευμα ανθρωπιάς που είδαμε από πέρυσι μπορεί σιγά σιγά να αρχίσει να στερεύει, και πρέπει να κάνουμε κάτι προτού να είναι αργά.
Ποια η στάση του ελληνικού κράτους απέναντι στο πρόβλημα;
Εξαιτίας της κατάστασης έκτακτης ανάγκης που δημιουργήθηκε πέρυσι, η χώρα μας κινητοποίησε μηχανισμούς και ανέπτυξε αντανακλαστικά, για να αντιμετωπίσει τις νέες και πρωτόγνωρες προκλήσεις. Σε ορισμένους τομείς τα κατάφερε με επιτυχία, σε άλλους καθυστέρησε αρκετά. Σήμερα, μπορούμε να πούμε ότι έχουν γίνει αρκετά θετικά βήματα στην κατεύθυνση μιας πιο ορθολογικής διαχείρισης του ζητήματος αλλά σίγουρα είναι αρκετά ακόμα αυτά που πρέπει να γίνουν. Για παράδειγμα, είναι αναγκαία η οργάνωση, υποστήριξη και προοπτική ομαλής ένταξης, έστω και προσωρινά για κάποιους, στον κοινωνικό ιστό. Οι συνθήκες διαβίωσης σε ορισμένους χώρους υποδοχής χρήζουν άμεσης βελτίωσης, ενώ απαραίτητη είναι η ψυχοκοινωνική και ιατρική υποστήριξη για αρκετές περιπτώσεις προσφύγων. Οι χρόνοι αναμονής για τη διεκπεραίωση των αιτημάτων ασύλου πρέπει να μειωθούν σημαντικά, ώστε να αμβλυνθούν οι εντάσεις και να περιοριστούν οι εικόνες υπερσυνωστισμού στα νησιά. Από τη μεριά μας, ως Ύπατη Αρμοστεία θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε τις ελληνικές αρχές στην αντιμετώπιση των προκλήσεων και στην αναζήτηση αποτελεσματικών λύσεων. Και φυσικά η χώρα χρειάζεται την έμπρακτη αλληλεγγύη της Ευρώπης, όχι μόνο με όρους παροχής οικονομικής βοήθειας, αλλά και σε επίπεδο ουσιαστικού καταμερισμού των ευθυνών.
Ποια η στάση της Ευρώπης απέναντι στο πρόβλημα;
Το προσφυγικό και μεταναστευτικό ζήτημα έχει εξελιχθεί σε κρίσιμο κοινωνικό ζήτημα με σοβαρές πολιτικές διαστάσεις όχι μόνον για τα επιμέρους κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και για την ίδια την Ευρώπη ως πολιτική οντότητα, η οποία καλείται να αντιμετωπίσει στο πλαίσιο των ιδρυτικών της αρχών και αξιών το ζήτημα αυτό.
Ωστόσο, η Ευρώπη των ανοικτών συνόρων, της αλληλεγγύης και του ανθρωπισμού φάνηκε να υποχωρεί σταδιακά μπροστά στην πίεση για την αποτροπή των μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών. Μια εξέλιξη που υπονόμευσε την από κοινού αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης και οδήγησε στην επιστροφή στα κλειστά σύνορα, σε μονομερείς εθνικές πολιτικές και στην υιοθέτηση μέτρων που υπονομεύουν τον θεσμό του ασύλου.
Όμως, δεν μπορούμε να μιλάμε για ουσιαστική διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος, χωρίς να υπάρχει μια ολοκληρωμένη και συνεκτική προσέγγιση, και ένας δίκαιος επιμερισμός των ευθυνών. Η Ε.Ε. έχει προχωρήσει ήδη από πέρυσι σε μια πολύ σημαντική δέσμευση: να μετεγκαταστήσει 66.400 αιτούντες άσυλο από την Ελλάδα σε άλλα κράτη μέλη μέσα σε μια περίοδο δύο ετών. Ένα χρόνο μετά την πρώτη μετεγκατάσταση από την Ελλάδα, σχεδόν 5.500 άτομα έχουν αναχωρήσει προς άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Το πρόγραμμα προχωράει αλλά με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς. Η ταχύτερη υλοποίησή του πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα για την Ευρώπη. Τα κράτη μέλη πρέπει να ανοίξουν περισσότερες θέσεις για να δεχτούν αιτούντες άσυλο, συμπεριλαμβανομένων των ασυνόδευτων παιδιών, να επιταχύνουν τις διαδικασίες καταγραφής και μεταφοράς και να έχουν πρόσβαση στο πρόγραμμα και άλλες εθνικότητες που χρήζουν διεθνούς προστασίας.
Η Ευρώπη, όμως, θα πρέπει να δώσει προτεραιότητα και στη διαφύλαξη της ανθρώπινης ζωής. Παρόλο που ο συνολικός αριθμός των ανθρώπων που διέσχισαν τη Μεσόγειο μέχρι στιγμής το 2016 είναι μικρότερος σε σύγκριση με πέρυσι, οι θάνατοι που καταγράφηκαν φέτος (πάνω από 4.000) ξεπέρασαν τις τραγικές απώλειες του 2015 (3.771). Για να αποφευχθούν περισσότερες τέτοιες τραγωδίες, είναι απαραίτητο να δημιουργηθούν και να ενισχυθούν τρόποι νόμιμης μετακίνησης των προσφύγων, ώστε να μην αναγκάζονται να καταφεύγουν στους διακινητές και να διακινδυνεύουν τη ζωή τους σε σαπιοκάραβα, επειδή δεν έχουν άλλη επιλογή. Τέτοιες νόμιμες οδοί μετακίνησης είναι τα προγράμματα επανεγκατάστασης (resettlement) από χώρες όπου έχουν καταφύγει (π.χ. Τουρκία, Ιορδανία, Λίβανος), η υλοποίηση της οικογενειακής επανένωσης με πιο ευέλικτο τρόπο, η χορήγηση θεωρήσεων εισόδου για λόγους ανθρωπιστικούς, σπουδών ή εργασίας. Χωρίς αυτές τις ασφαλείς εναλλακτικές οδούς, οι πρόσφυγες θα συνεχίζουν να εμπιστεύονται τη ζωή τη δική τους και των αγαπημένων τους σε αδίστακτους διακινητές και να τολμούν ριψοκίνδυνα ταξίδια ενώ ο φόρος αίματος αντρών, γυναικών και παιδιών στα νερά της Μεσογείου και του Αιγαίου συνεχώς θα μεγαλώνει.
Τι λύσεις έχουν προταθεί και σε τι στάδιο είμαστε όσον αφορά στην υλοποίηση τους;
Η κατάσταση έως τώρα καταδεικνύει ότι η βούληση για να αντιμετωπιστεί δραστικά και αποφασιστικά αυτό που αποκαλείται προσφυγική κρίση με πολιτικά μέσα απουσιάζει, καθώς σε πολιτικό επίπεδο οι ευρωπαϊκές κοινωνίες δεν φαίνεται να συμφωνούν, να διαμορφώνουν και να αποκτούν κοινή στάση.
Η βελτιωμένη διαχείριση του προσφυγικού και η οργανωμένη και ελεγχόμενη μετακίνηση προς τις ευρωπαϊκές χώρες, μέσα από νόμιμες οδούς, διαφαίνεται ως η πλέον ενδεδειγμένη απάντηση σε όλη την αρνητική τροπή και στις πολλαπλές έως σήμερα δυσχέρειες που έχουν εμφανιστεί. Παράλληλα θα πρέπει να αναδειχθεί ότι η αλληλεγγύη εμπεριέχεται τόσο στο πνεύμα του σεβασμού των όρων της διεθνούς προστασίας από τα κράτη μέλη της Ευρώπης για ανθρώπους που διώκονται και διαφεύγουν από εμπόλεμες καταστάσεις, όσο και στη συνείδηση των ευρωπαίων πολιτών που απορρέει από την υπεράσπιση των ανθρωπιστικών και δημοκρατικών αξιών, πάνω στις οποίες βασίζεται το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Η Ευρώπη, λοιπόν, οφείλει να αντιδράσει ως ενιαίο σώμα και κάθε κράτος μέλος της να συγκλίνει επιδεικνύοντας αλληλεγγύη και υπευθυνότητα στην υποδοχή των προσφύγων, σεβόμενο ταυτόχρονα τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο αλλά και τις δεσμεύσεις στις οποίες έχει προχωρήσει η Ε.Ε. ως προς την κατανομή των προσφύγων στα κράτη μέλη.
Και φυσικά δεν μπορούμε να μιλάμε για λύσεις εάν δεν τονίσουμε το πόσο σημαντικό είναι διεθνής κοινότητα να αντιμετωπίσει με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και τόλμη τα βαθύτερα αίτια που προκαλούν αυτές τις μαζικές μετακινήσεις προσφυγικών πληθυσμών.
Ένας απλός πολίτης πώς μπορεί να βοηθήσει;
Σίγουρα υπάρχουν πολλοί τρόποι. Πέρα από την προσφορά εθελοντικής εργασίας ή οικονομικής ενίσχυσης σε οργανώσεις, φορείς και συλλογικότητες που κάνουν σοβαρή δουλειά βοηθώντας πρόσφυγες, ο καθένας από εμάς μπορεί να συμμετάσχει ενεργά στις προσπάθειες για σωστή ενημέρωση και ευαισθητοποίηση γύρω από το προσφυγικό ζήτημα, να αναστοχαστεί τους λόγους που αναγκάζουν χιλιάδες, εκατομμύρια ανθρώπους να εγκαταλείψουν τα πάντα και να συμβάλλει με τη στάση του τόσο στην υποστήριξη αυτών των ανθρώπων, όσο και στους πολιτικούς όρους αποτροπής παρόμοιων καταστάσεων.
Κατά τη γνώμη σας πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση;
Σε παγκόσμιο επίπεδο, τα πράγματα δεν είναι πολύ αισιόδοξα, καθώς ο αναγκαστικός εκτοπισμός βρίσκεται σε φάση όξυνσης και αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να κινητοποιεί πρωτίστως την κοινή γνώμη διεθνώς. Πολιτική αστάθεια, βίαιες συγκρούσεις, παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων προκαλούν συνεχώς νέα κύματα προσφύγων και θέτουν σε δοκιμασία το διεθνές ανθρωπιστικό σύστημα και τα αισθήματα αλληλεγγύης κρατών και πολιτών .
Η αλλαγή αυτής της κατάστασης κρίνεται κυρίως από το βαθμό επιτυχίας πρωτοβουλιών και παρεμβάσεων ως προς την εξομάλυνση ακραίων τάσεων που πυροδοτούν διάφορες μορφές συγκρούσεων. Κρίνεται επίσης στην καταπολέμηση και τελικά υποχώρηση αντιλήψεων και τάσεων ξενοφοβικού χαρακτήρα, που συντηρούν ή ακόμη και νομιμοποιούν πολιτικά και ηθικά πράξεις βίας.
Απέναντι σε όλα αυτά, αυτό που δοκιμάζεται καθημερινά είναι τα όρια αντοχής των ανθρώπων που φεύγουν κυνηγημένοι από τα σπίτια και τις πατρίδες τους, συνεχίζοντας να βιώνουν την απόλυτη αβεβαιότητα αναφορικά με το μέλλον τους. Επειδή η χρονική περίοδος αυτής της αβεβαιότητας φαίνεται να είναι παρατεταμένη, η εξέλιξη που διαγράφεται συνδέεται αφενός με την συνέχιση δράσεων αλληλεγγύης και παροχής διεθνούς προστασίας, αφετέρου με την προσωρινή ή μονιμότερη ένταξη των ανθρώπων αυτών στο θεσμικό, κοινωνικό και εκπαιδευτικό σύστημα στη χώρα όπου αναζητούν άσυλο και προστασία. Πρωτοβουλίες που όχι μόνο δεν διαταράσσουν το αίσθημα ασφάλειας των κατοίκων των τοπικών κοινωνιών, αλλά το ενισχύουν, όταν βέβαια οι διαδικασίες ολοκληρώνονται με τρόπο ομαλό και μέσα σε συνθήκες αξιοπρέπειας.
Μίνα Βασιλοπούλου,
Υπεύθυνη Δημοσιογραφικού Περιεχομένου, Skywalker.gr